Της Ολυμπίας Τσακνάκη

Θα κάνω μια σύντομη ιστορική αναδρομή για να δούμε πως έγινε η επανάσταση του ’21 και πως κατέληξε στην ίδρυση του Νέου Ελληνικού Κράτους. Να προβληματιστούμε κατόπιν, εάν σήμερα, που τόσος λόγος γίνεται για ελευθερία στη διακίνηση ιδεών, για ελευθερία συνείδησης, βούλησης, έκφρασης, δημιουργίας και δράσης, εάν πράγματι βιώνουμε τόσο πολύ την ελευθερία μας, τιμώντας με τη στάση μας το υπέρτατο αυτό ιδανικό για το οποίο έδωσαν μάχες οι πρόγονοι μας ή είμαστε έρμαια της παντοδυναμίας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης που χαλιναγωγούν κάθε σκέψη μας και διαμορφώνουν την κοινή γνώμη ή και ακόμα έρμαια κάποιων ξένων δυνάμεων που θέλουν πάντα να ρυθμίζουν την τύχη του ελληνικού λαού βρίσκοντας έτσι απήχηση για άλλη μια φορά η εξής ρήση του Στρατηγού Μακρυγιάννη: «Η τύχη, μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Παλαιόθεν ως τώρα, όλα τα θηρία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε, τρώνε μα μένει πάντα μαγιά. Αυτή η μαγιά είναι η σπίθα που έφερε το θάμα».               .

Το ’21 είναι για μας ανεκτίμητο εθνικό κεφάλαιο που θεμελίωσε το μέλλον του έθνους μας και γέννησε το συναίσθημα της ασφάλειας και της ύπαρξης. Ποια ήταν, όμως, τα υλικά και ιδεολογικά ερείσματα στα οποία στήριζαν την αισιοδοξία τους οι Έλληνες και πραγματοποίησαν τον ξεσηκωμό του ’21, όταν ακόμη η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ισχυρή και στην Ευρώπη επικρατούσε το πνεύμα της Ιερής Συμμαχίας;

Σταθερό υπόβαθρο ήταν η παράδοση. Στη διατήρηση όμως της εθνικής συνείδησης συνέβαλαν αποφασιστικά η θρησκεία, η κοινή γλώσσα, ο χώρος και ο λαός με την ιστορική του συνέχεια, οι πατροπαράδοτοι θεσμοί, οι παραδόσεις, η μνήμη του κοινού παρελθόντος, η κοινή μοίρα του παρόντος, οι παρήγορες ελπίδες για το μέλλον.

Στη διαμόρφωση αυτής της εθνικής συνείδησης, ουσιαστικό ρόλο έπαιξε η παιδεία η οποία αναπτύχθηκε ταχύτατα, καθώς πολλαπλασιάζονταν τα σχολεία, βελτιώνονταν το πρόγραμμά τους, εκδίδονταν βιβλία και έτσι διευρύνονταν ο κύκλος των μορφωμένων Ελλήνων.

Τη 2η δεκαετία του 19ου αιώνα υπήρχαν οι κινητήριες δυνάμεις για την πολιτική αναγέννηση της Ελλάδας, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Καποδίστριας το 1818 αναφερόμενος στην άνθηση του εμπορίου, της ναυτιλίας και της παιδείας. Τη σημασία της συντελούμενης προόδου, την έβλεπαν καθαρά οι φωτισμένοι Έλληνες της εποχής.

Οι Έλληνες όμως έπρεπε να δώσουν μάχες και να νικήσουν και στο διπλωματικό πεδίο. Και αυτές οι μάχες προοιωνίζονταν δύσκολες, διότι όπως προανέφερα, το πολιτικό κλίμα της Ευρώπης εκείνη την εποχή ήτανε δυσμενέστατο. Συγκεκριμένα, μετά την ήττα του Ναπολέοντα, οι μονάρχες της Ευρώπης ίδρυσαν στις 26 Σεπτεμβρίου 1815 την Ιερή Συμμαχία, που βασική της επιδίωξη ήταν η κατάπνιξη κάθε φιλελεύθερης τάσης που είχαν ήδη αρχίσει να εκδηλώνονται στην Ευρώπη μετά τη Γαλλική Επανάσταση (1789).

Το ζήτημα τώρα πια ήταν να συμφωνήσουν οι Έλληνες για το πώς ή πότε θα αποκτήσει η Ελλάδα την ελευθερία της.

Η κήρυξη της επανάστασης έγινε από την Φιλική Εταιρεία τον Οκτώβριο του 1820 πρώτα στη Μολδοβλαχία και ύστερα στην κυρίως Ελλάδα. Η Φιλική Εταιρεία συνοψίζει τις δυνάμεις του Έθνους, δηλαδή τον κλήρο, τους μεγαλοκτηματίες, τους πρόκριτους, τους έμπορους και πλοιοκτήτες, τους λόγιους Φαναριώτες και Έλληνες της διασποράς, τους Αρματολούς και Κλέφτες και τέλος τον ακτήμονα λαό της υπαίθρου.

Η επιτυχία της Φιλικής Εταιρείας να οδηγήσει το έθνος σε εξέγερση οφείλεται κυρίως στο ότι οι Έλληνες ήταν ιδεολογικά προετοιμασμένοι ώστε να διαφυλάξουν τη μυστικότητα της οργάνωσης, στο ζήλο και τις ικανότητες των ιδρυτικών μελών της, στην οργανωτική μορφή της, στην τήρηση της μυστικότητας σχετικά με την (Αόρατη Αρχή) που υπέβαλε την ιδέα της Ρωσικής υποστήριξης. Τέλος η επιτυχία της Φιλικής εταιρείας οφείλεται στην ιδεολογική της ευρύτητα και την πολιτική εθνικής ενότητας καθώς και την αποφυγή εχθρότητας απέναντι στον κλήρο και τους προκρίτους.

Πράγματι, το πρώτο μήνυμα ήταν η καταδίκη του κινήματος του Υψηλάντη από τον Τσάρο τον Ιανουάριο του 1821 στο συνέδριο της Ιερής Συμμαχίας. Ευτυχώς δεν αποφασίστηκε τότε -παρά την αντίθετη άποψη του Μέτερνιχ- ένοπλη επέμβαση στην Ελλάδα. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι Ευρωπαίοι αντιμετώπιζαν το ελληνικό ζήτημα ως μία φάση του ανατολικού ζητήματος, δηλαδή του διλήμματος να συνεχίσουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό για την εκμετάλλευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή να αποφασίσουν τη διάλυση και τη διανομή της.

Στην περίοδο 1821-1824 η επανάσταση προόδευσε ραγδαία. Οι άτακτοι σχηματισμοί των Κλεφτών και του νησιώτικου στόλου κατόρθωσαν να καταλάβουν πολλά φρούρια και ν΄ αποκρούσουν όλες τις τουρκικές εκστρατείες από στεριά και θάλασσα. Η σπουδαιότερη του Μαχμούτ Δράμαλη που σ΄ αυτήν είχαν κινητοποιηθεί 30.000 άντρες καταστράφηκε ολοκληρωτικά στα στενά των Δερβενακίων στη Πελοπόννησο, χάρη στη στρατιωτική ιδιοφυΐα του γέρου αρχηγού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Εκείνο που τελικά ευνόησε την Ελλάδα ήταν ο ανταγωνισμός των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Οι Άγγλοι το 1823 αποφασίζουν δια του νέου Υπουργού Εξωτερικών Κάνιγκ να αλλάξουν πολιτική και να τηρήσουν ευνοϊκή στάση απέναντι στην ελληνική επανάσταση. Μέσα στα πλαίσια της νέας πολιτικής τους χορηγούν στους Έλληνες επαναστάτες δύο δάνεια ύψους 2.800.000 λιρών και διαπραγματεύονται με τη Ρωσία και τη Γαλλία  τη λύση του Ελληνικού ζητήματος, και έτσι καταλήγουμε στην υπογραφή της Ιουλιανής Σύμβασης το 1827, που είχε ως αποτέλεσμα τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου τον Οκτώβριο του 1827, όπου καταστράφηκε ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος.

Μέσα σε λίγα χρόνια οι όροι αντιστράφηκαν. Οι επαναστάτες ανατροπείς έγιναν «εμπόλεμον χριστιανικόν έθνος» και οι Ευρωπαίοι εχθροί της επανάστασης έγιναν οι προστάτιδες Δυνάμεις. Βέβαια, η καθεμιά από τις δυνάμεις αντιμετώπιζε το θέμα αυτό από την πλευρά των δικών της συμφερόντων.

Τέλος, στις 3 Φεβρουαρίου του 1830 υπογράφεται  το πρωτόκολλο του Λονδίνου που προέβλεπε ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.

Ο εννιάχρονος απελευθερωτικός αγώνας του ελληνικού λαού σε όλα τα μέτωπα είχε αίσια έκβαση και αυτή οφείλεται στη συλλογικότητα της δράσης που επιτεύχθηκε. Κάθε επανάσταση, όπως και  κάθε μεμονωμένος  αγώνας, δεν κερδήθηκε ποτέ επειδή  ένας μόνον οργάνωσε, σχεδίασε και πολέμησε, αλλά επειδή όλοι μαζί -άλλοι μπαίνοντας στην πρώτη γραμμή και άλλοι πιο πίσω οργανώνοντας τον επιχειρησιακό σχεδιασμό και τις διπλωματικές κινήσεις- λειτούργησαν σαν μια ομάδα, όπως καλούμαστε να λειτουργήσουμε κι εμείς από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα συμβάντα, έχοντας πάντα κατά νου τη ρήση του Στρατηγού Μακρυγιάννη: «βρισκόμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ».

Πυραγός Ολυμπία Τσακνάκη. Ομιλία  για την 25η Μαρτίου στην Π.Υ Ρόδου.